Πέρασε κι ο Απρίλης. Χωρίς να έχω τις άπειρες δουλειές νιώθω πως δεν έχω χρόνο για τίποτα. Όλο βιάζομαι και ποτέ δεν προλαβαίνω. Και δε λέω, εντάξει, πάλι καλά που δεν είμαι στάσιμος. Τώρα κάτι κάνω, δε βαριέμαι τουλάχιστον. Έπιασα δουλειά σ’εκείνο το ισπανικό μπαράκι. Το ανοίγω τα πρωινά, δουλεύω οχτάωρο. Στην αρχή που το σκεφτόμουν έλεγα ότι θα περνάω και γαμώ. Δεν έχει πολύ κόσμο, δε γίνεται να έχει πολύ κόσμο μιας και έχει 9 τραπέζια συνολικά. Και σκεφτόμουν πως τις ώρες που θα κάθομαι θα μπορώ να διαβάζω το βιβλίο μου, να με βαράει ο ήλιος έξω το πρωί, στο στενό του λιμανιού, με τον πρώτο καφέ της μέρας και τσιγάρο. Και δεν είχα πέσει πολύ έξω, αφού τελικά τις πρώτες εφτά μέρες δουλειάς διάβασα τέσσερα βιβλία. Αλλά έπαθα overdose. Και για λίγο καιρό δεν νομίζω να μπορώ να διαβάσω κάτι άλλο, πέρα από ζώδια και τεχνικές για ανάδειξη και διατήρηση κοιλιακών εν όψει του καλοκαιριού. Έκανα ένα τεστ στο φέισμπουκ, ποιος ήρωας παραμυθιού είσαι και μου βγήκε κοκκινοσκουφίτσα. Έκανα κι άλλα 1500 τεστ κι έπεσαν όλα μέσα. Ας πούμε το όνομα του άλλου μου μισού είναι βαγγέλης. Τι κουλό κι αυτό. Ασχολήθηκα πολύ με τη διπλωματική το Πάσχα, μιας και βρέθηκα επιτέλους μόνος μου στο γραφείο και μπόρεσα να οργανωθώ όπως ήθελα και όχι όπως μου επέτρεπαν. Αλλά κόλλησα πάλι σε ένα σημείο που μόλις σήμερα ξεκαθάρισα, αλλά πια είναι αργά γιατί επέστρεψαν οι άλλοι και πρέπει να μου γίνει ο κώλος «να» για να μπορέσω να δουλέψω όπως θέλω. Ας είναι. Έτσι έφυγε το Πάσχα.. Χωρίς παρέα, με τη δουλειά και τη διπλωματική. Και εννοείται με τη ζαργάνα. Αν κάποτε είχα συνδυάσει όλα μου τα παιδικά χρόνια με τη φίλη μου τη ζαργάνα, τώρα συνδυάζω τις φοιτητικές διακοπές (πάσχα χριστούγεννα) με τη σχέση μου τη ζαργάνα. Ευτυχώς. Τώρα που το έφερε η κουβέντα, ένα άλλο τεστ στο φέισμπουκ μου είπε πως η/ο αγαπημένη/ος μου θε με παντρευτεί! Και πάρα πολύ χάρηκα.
Το Πάσχα πήγα στο χωριό μου για ένα τριήμερο. Εκεί φυσικά ήταν και τα ξαδέρρφια μου. Τα δεύτερα ξαδέρφια μου, όταν ήμουν στην τρίτη ή τετάρτη δημοτικού μου έβγαλαν μία φήμη στο χωριό, και για τρία χρόνια συνολικά όλα τα άλλα παιδιά στο χωριό με φώναζαν «καρφί». Γιατί ένα πάσχα είχαμε πάει όλοι στο διπλανό χωριό να παίξουμε μπάσκετ οι ομάδες των δύο χωριών, και εγώ με ένα άλλο παιδί μεγαλύτερό μου είχαμε μείνει έξω για αλλαγές. Και εκεί που ήμασταν μου είπε να ανοίξω το τσαντάκι του μεγαλύτερου της παρέας που εκείνη τη στιγμή έπαιζε μπάσκετ. Με τα πολλά το άνοιξα, και τί βρήκα μέσα; Τσιγάρα!!! Είχα τρομοκρατηθεί, μιας και οι δικοί μου από τριών χρονών μου το παρουσιάζανε ως έγκλημα.. Μόλις τελείωσε λοιπόν ο αγώνας, εκεί που ήμασταν όλοι μαζεμένοι, είπα στα παιδιά (ενώ ο μεγάλος της παρέας έλειπε) «ρε παιδιά, ο Δημήτρης καπνίζει». Πως δεν έφαγα ξύλο… Μου χίμηξε ο ξάδερφός μου κι άρχισε να φωνάζει, και με τα πολλά για τρία χρόνια με φώναζαν στο χωριό καρφί, όταν ήταν μπροστά ο ξάδερφός μου. Η μάνα μου τράβηξε πολλά τότε.. Δε με πάιρνανε πια μαζί τους για παιχνίδια, «σιγά μην πάρουμε κι εσένα το καρφί», κι άλλα τέτοια που τώρα ακούγονται αστεία. Ας είναι. Η μάνα μου είχε κόψει το κάπνισμα τα τελευταία πέντε χρόνια γιατί είχε πάθει έμφραγμα. Κι ερχόμαστε στο φέτος. Εκεί που τρώγαμε και καθόμουν δίπλα στον ξάδερφό μου, βγάζω να στρίψω τσιγάρο, και με κοιτάει η μάνα μου με βλέμμα που λέει «αχ και να μπορούσα να κάνω κι εγώ».. Το έπιασε το βλέμμα ο ξάδερφός μου, με ρώτησε, του είπα πως στη μάνα μου λείπει το τσιγάρο, και τί μου απάντησε ο αθεόφοβος; «Ναι το ξέρω ότι καπνίζει κρυφά.. Αφού σήμερα εμένα έστειλε να της πάρω τσιγάρα.» «Τι είπες;» τον ρώτησα, και μου ξαναείπε το ίδιο πράγμα.. «Εγώ αυτό δεν το ήξερα» του λέω. «Κάνε πως δεν το άκουσες» απάντησε. Ήταν ώρα για εκδίκηση σκέφτηκα αλλά όπως λέει κι ο μπαμπάς, είναι κακό να πράττεις εν θερμώ οπότε συγκρατήθηκα στιγμιαία.. Τα επόμενα δεν έχουν σημασία, ούτε του φώναξα, ούτε τον έβρισα (πολύ), ούτε τον έκανα ρεζίλι, μιας και θα ρεζίλευα και τη μάνα μου. Την έπιασα αργότερα και της μίλησα, με διαβεβαίωσε πως δεν κάνει πολλά τη μέρα, και τελικά έληξε η συζήτηση με την μάνα μου να νομίζει πως δε θα ανησυχώ. Σαν να είναι δεκαεφτά χρονών και να κρύβεται από την οικογένειά της. Ας είναι. Θα δείξει.. Δεν το ξέρει ούτε ο πατέρας μου ούτε ο αδερφός μου. Ο αδερφός μου πήρε άδεια από το στρατό και ήρθε σπίτι για πέντε μέρες. Μόλις έφυγε. Θα μου λείψει, αν και δεν νομίζω να κατάλαβε κάτι τέτοιο μιας και ούτε εγώ κατάλαβα κάτι τέτοιο από μέρους του. Απλώς το ξέρω.
Η εξεταστική μου κανονικά θα ήταν κάπου στα μέσα Ιουλίου, παρόλο που μερικές φήμες έλεγαν πως ίσως να είναι αρχές Ιουνίου.. Έκλεισα αεροπορικά για θεσσαλονίκη πέντε με ενιά ιουνίου προχθές, και σήμερα έμαθα ότι η εξεταστική μου είναι μία με δεκαπέντε Ιουνίου. Πέτυχα διάνα! Έπρεπε να το είχα προβλέψει, έτσι συμβαίνουν αυτά με μένα.. Μην τα ξαναλέμε για τον μέρφυ..
Παρόλα αυτά, όλες τις προηγούμενες μέρες ήμουν αρκετά καλά. Σήμερα κάτι με έπιασε, ίσως επειδή έμαθα για την εξεταστική, ίσως γιατί αγχώθηκα για τη διπλωματική ή γιατί έφυγε ο αδερφός μου. Δεν έχει σημασία. Θα πάω να πάρω μοσχοφίλερο να κάτσω να πιω. Τώρα που είπα «να πιω» θυμήθηκα μία από εκείνες τις ¨σοβαρές¨ οικογενειακές συζητήσεις που έχουμε κάθε Πάσχα στο χωριό.. Κάθομαι με τον μπαμπά μπροστά από το τζάκι, εγώ διαβάζω βιβλίο και καπνίζω, ο μπαμπάς παίζει το μαντολίνο του. Τζάκι, βιβλίο, τσιγάρο, η σκηνοθεσία σηκώνει κρασάκι σκέφτηκα.. Οπότε σηκώνομαι και βάζω ένα ποτήρι κρασί.. Με βλέπει ο πατέρας μου, σταματάει να παίζει και μου λέει: «Μπορείς να αντέξεις μία μέρα χωρίς αλκοόλ;» χωρίς επιθετικότητα όμως, περισσότερο ενδιαφέρον προς ανησυχία εκδήλωνε το ύφος του.. Του λέω ναι, και με ρωτάει αν είμαι σίγουρος. Του απαντάω ναι γελώντας και μου λέει με απόλυτα σοβαρό ύφος ότι ο αλκοολισμός είναι μία εξάρτηση που την καταλαβαίνεις οταν είναι πια αργά. Έπεσα κάτω από τα γέλια.. Ο πατέρας μου νομίζει πως είμαι αλκοολικός, και σκέφτομαι να τον δουλέψω.. Ένα πρωί που θα φτιάχνει καφέ να τον ρωτήσω αν υπάρχει μπύρα στο ψυγείο, να τον δω να σοβαρεύει απότομα.
Το τριήμερο της πρωτομαγιάς έρχεται η ζαργάνα, θα περάσουμε ωραία. Να κάτι που έχω να περιμένω. Ο μάης. Ελπίζω να είναι καλύτερος μήνας. Κάθε μήνα αυτό λέω βέβαια. Ας είναι. Όλα θα πάνε καλά νομίζω.